Скрепка στα ελληνικά
Μετάφραση: скрепка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψαλιδίζω, κύριος, συνδετήρας, κουρεύω, βασικός, πόρπη, κλιπ, clip, συνδετήρα, σφιγκτήρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- боевик στα ελληνικά - χτυπώ, σουξέ, βαρώ, Θρίλερ, θρίλλερ, Thriller, Αστυνομικά, ...
- готовить στα ελληνικά - εκπαιδεύω, προκρίνομαι, κάνω, αμαξοστοιχία, μάγειρας, τρένο, μαγειρεύω, ...
- доводиться στα ελληνικά - έχε, έχω, κοινοποιούνται, ανακοινώνονται, γνωστοποιούνται, κοινοποιείται, ανακοινώνεται
- дорога στα ελληνικά - διαδρομή, τρόπος, μονοπάτια, ίχνη, πιάτο, πίστα, πόρτα, ...
Τυχαίες λέξεις
Скрепка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψαλιδίζω, κύριος, συνδετήρας, κουρεύω, βασικός, πόρπη, κλιπ, clip, συνδετήρα, σφιγκτήρα
Μεταφράσεις: ψαλιδίζω, κύριος, συνδετήρας, κουρεύω, βασικός, πόρπη, κλιπ, clip, συνδετήρα, σφιγκτήρα