Слом στα ελληνικά

Μετάφραση: слом, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταστροφή, κατεδάφιση, διάλυση, αχρηστία, διαλυθεί, διαλυθούν, καταργηθεί
Слом στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • архиерей στα ελληνικά - επίσκοπος, Bishop, Επισκόπου, Επίσκοπο, ο Επίσκοπος
  • веско στα ελληνικά - με, με το, με την, με τις, με τα
  • грунтование στα ελληνικά - παραγέμισμα, υλικό παραγεμίσματος, padding, γεμίσει, παραγεμίσματος
  • животновод στα ελληνικά - εκτροφέας, κτηνοτρόφος, κτηνοτρόφο, κτηνοτρόφος δεν
Τυχαίες λέξεις
Слом στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταστροφή, κατεδάφιση, διάλυση, αχρηστία, διαλυθεί, διαλυθούν, καταργηθεί