Снизить στα ελληνικά

Μετάφραση: снизить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταπεινώνω, μειώνω, χαμηλώνω, φέρνω, κοπάζω, χαμηλότερος, κάτω, χαμηλότερο, χαμηλότερη, κατώτερο
Снизить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • алиса στα ελληνικά - Αλίκη, Alice, η Alice, της Alice, η Αλίκη
  • альвеолярный στα ελληνικά - κυψελιδικός, φατνιακό, κυψελιδικά, κυψελιδικού, φατνιακή, κυψελιδικό
  • воспроизводить στα ελληνικά - αναπαράγομαι, αναπαράγουν, αναπαράγει, αναπαραχθούν, την αναπαραγωγή, αναπαράγονται
  • дезавуировать στα ελληνικά - αποκηρύσσω, αποκηρύττω, αρνούμαι, αποκηρύξει, αποκηρύσσουν, αποκηρύξετε
Τυχαίες λέξεις
Снизить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταπεινώνω, μειώνω, χαμηλώνω, φέρνω, κοπάζω, χαμηλότερος, κάτω, χαμηλότερο, χαμηλότερη, κατώτερο