Сокрушить στα ελληνικά
Μετάφραση: сокрушить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντεπίθεση, ραντίζω, συντρίβω, διάλειμμα, σπάζω, διάλλειμα, τρέχω, σπάσιμο, Smash, συντριβή, συντριβής, τρομερή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бессознательно στα ελληνικά - ασυνείδητα, ασυναίσθητα, υποσυνείδητα, και ασυνείδητα
- возрождающий στα ελληνικά - αναγεννητικός, αναγεννητική, αναγεννητικής, αναγέννησης, αναγεννητικές
- двухгодичный στα ελληνικά - διετής, ανά διετία, διετή, διετούς, διετείς
- демон στα ελληνικά - δαίμονας, δαίμονα, daemon, δαίμονας του, δαίμονα του
Τυχαίες λέξεις
Сокрушить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντεπίθεση, ραντίζω, συντρίβω, διάλειμμα, σπάζω, διάλλειμα, τρέχω, σπάσιμο, Smash, συντριβή, συντριβής, τρομερή
Μεταφράσεις: αντεπίθεση, ραντίζω, συντρίβω, διάλειμμα, σπάζω, διάλλειμα, τρέχω, σπάσιμο, Smash, συντριβή, συντριβής, τρομερή