Соотношение στα ελληνικά
Μετάφραση: соотношение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχέση, αναλογία, συσχέτιση, αλληλογραφία, λόγος, λόγο, λόγου
Μεταφράσεις
- бездоходный στα ελληνικά - ασύμφορη, μη κερδοφόρων, μη αποδοτικών, μη κερδοφόρες, ασύμφορες
- горбатый στα ελληνικά - κυρτός, καμπούρης, κυρτού
- десяток στα ελληνικά - δέκα, φροντίζω, δεκαετία, από δέκα, δεκάδα
- завалиться στα ελληνικά - νεροχύτης, βυθίζω, πέφτω, βυθίζομαι, εκπίπτω, θρυμματίζω, ναυαγώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Соотношение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχέση, αναλογία, συσχέτιση, αλληλογραφία, λόγος, λόγο, λόγου
Μεταφράσεις: σχέση, αναλογία, συσχέτιση, αλληλογραφία, λόγος, λόγο, λόγου