Срамной στα ελληνικά
Μετάφραση: срамной, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδιάντροπος, ξετσίπωτος, ασύστολος, αναίσχυντος, ξεδιάντροπη, αναίσχυντη, ξεδιάντροπο, την ξεδιάντροπη
Μεταφράσεις
- арбитражный στα ελληνικά - διαιτησία, διαιτησίας, διαιτησίας που, διαιτητικό, διαιτητική
- бобыль στα ελληνικά - άγαμος, απόφοιτος, Bachelor, εργένης, μπάτσελορ
- дендрология στα ελληνικά - δενδρολογία, δενδρολογίας, την δενδρολογία, η δενδρολογία
- драгоценность στα ελληνικά - τιμή, κοσμήματα, κόσμημα, εκτιμώ, αξία, πετράδι, στολίδι, ...
Τυχαίες λέξεις
Срамной στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδιάντροπος, ξετσίπωτος, ασύστολος, αναίσχυντος, ξεδιάντροπη, αναίσχυντη, ξεδιάντροπο, την ξεδιάντροπη
Μεταφράσεις: αδιάντροπος, ξετσίπωτος, ασύστολος, αναίσχυντος, ξεδιάντροπη, αναίσχυντη, ξεδιάντροπο, την ξεδιάντροπη