Ствол στα ελληνικά

Μετάφραση: ствол, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στέλεχος, μίσχος, σεντούκι, κυνηγώ, σωλήνας, αυλός, πίπα, προβοσκίδα, μπαούλο, άξονας, βαρέλι, παγανίζω, στείρα, κορμός, κορμό, κορμού, του κορμού
Ствол στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бойница στα ελληνικά - σχισμή, παραθυράκι, πολεμίστρα, κενό, κενού, το κενό
  • брейк στα ελληνικά - διάλειμμα, διάλλειμα, αντεπίθεση, σπάζω, διακοπή, διάσπαση, θραύση, ...
  • возвышенный στα ελληνικά - πνευματικός, καμαρωτός, μεταρσιωμένος, αίθριος, φίνος, ψιλή, μεγαλειώδης, ...
  • гинекологический στα ελληνικά - γυναικολογικές, γυναικολογική, γυναικολογικά, γυναικολογικών, γυναικολογικό
Τυχαίες λέξεις
Ствол στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στέλεχος, μίσχος, σεντούκι, κυνηγώ, σωλήνας, αυλός, πίπα, προβοσκίδα, μπαούλο, άξονας, βαρέλι, παγανίζω, στείρα, κορμός, κορμό, κορμού, του κορμού