Стенка στα ελληνικά
Μετάφραση: стенка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεριά, πλευρά, βόλτα, ατραξιόν, ιππεύω, τοίχος, αποβάθρα, τείχος, τοίχωμα, τοίχο, τοιχώματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вогнутость στα ελληνικά - κοιλότητα, κοίλωμα, κοιλότητα που, βαθούλωμα, κοιλάνσεως
- возражающий στα ελληνικά - αντιρρησίας, αντιρρησία, του αντιρρησία, ενισταμένου, ενιστάμενος
- диковинный στα ελληνικά - μονός, θαυμάσιος, υπέροχος, τεράστιος, περίεργος, αξιοσημείωτος, παράξενος, ...
- ежевика στα ελληνικά - βάτος, βατόμουρα, τα βατόμουρα, μούρα, βατόμουρων, βατόμουρο
Τυχαίες λέξεις
Стенка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεριά, πλευρά, βόλτα, ατραξιόν, ιππεύω, τοίχος, αποβάθρα, τείχος, τοίχωμα, τοίχο, τοιχώματος
Μεταφράσεις: μεριά, πλευρά, βόλτα, ατραξιόν, ιππεύω, τοίχος, αποβάθρα, τείχος, τοίχωμα, τοίχο, τοιχώματος