Степенный στα ελληνικά
Μετάφραση: степенный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαρκής, τύμβος, επιβλητικός, αξιοπρεπής, καίριος, αδιάκοπος, τάφος, συνεχής, ήσυχος, ήρεμη, καταπραΰνει, καταπραΰνουν τον, σοβαρός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- атрофироваться στα ελληνικά - ατροφία, ατροφίας, ατροφία του, ατροφία των, την ατροφία
- виолончель στα ελληνικά - τσέλο, τόσο, έτσι, βιολοντσέλο, βιολοντσέλου, τσέλλο, βιολοντσέλλο
- вываривать στα ελληνικά - βράζω, περίληψη, σύνοψη, επιτομή, πέψης, προϊόν πέψης
- дерзость στα ελληνικά - θρασύτητα, υπεροψία, μάγουλο, θράσος, έπαρση, αναίδεια, αλαζονεία, ...
Τυχαίες λέξεις
Степенный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαρκής, τύμβος, επιβλητικός, αξιοπρεπής, καίριος, αδιάκοπος, τάφος, συνεχής, ήσυχος, ήρεμη, καταπραΰνει, καταπραΰνουν τον, σοβαρός
Μεταφράσεις: διαρκής, τύμβος, επιβλητικός, αξιοπρεπής, καίριος, αδιάκοπος, τάφος, συνεχής, ήσυχος, ήρεμη, καταπραΰνει, καταπραΰνουν τον, σοβαρός