Стойка στα ελληνικά

Μετάφραση: стойка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποστήριγμα, στύλος, βοήθεια, τίμιος, εμποδίζω, στυλοβάτης, θυρίδα, κολόνα, καρφί, συμπαράσταση, παλούκι, βάτραχος, υπόλοιπος, δεκανίκι, βασανιστήριο, ιπποτροφείο, ράφι, σχάρα, rack, βασανίσει, ραφιών
Стойка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • возноситься στα ελληνικά - αυξάνομαι, ορθώνομαι, αύξηση, ανεβαίνω, ανατέλλω, αναρριχώμαι, αυξηθεί, ...
  • долли στα ελληνικά - κουκλίτσα, Dolly, Ντόλυ, Ντόλι, μια κόντρα φανοποιού για
  • ежегодник στα ελληνικά - πρόσοδος, χρονικά, ετήσιος, ετήσιο ημερολόγιο, επετηρίδα, Yearbook, επετηρίδα της, ...
  • желательность στα ελληνικά - επιθυμητό, σκοπιμότητα, επιθυμία, επιθυμητή, είναι επιθυμητή
Τυχαίες λέξεις
Стойка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποστήριγμα, στύλος, βοήθεια, τίμιος, εμποδίζω, στυλοβάτης, θυρίδα, κολόνα, καρφί, συμπαράσταση, παλούκι, βάτραχος, υπόλοιπος, δεκανίκι, βασανιστήριο, ιπποτροφείο, ράφι, σχάρα, rack, βασανίσει, ραφιών