Столбец στα ελληνικά
Μετάφραση: столбец, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κολόνα, στήλη, στήλης, της στήλης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- артистическая στα ελληνικά - καλλιτεχνικός, καλλιτεχνική, καλλιτεχνικής, καλλιτεχνικό, καλλιτεχνικές
- боязливый στα ελληνικά - ντροπαλός, συνεσταλμένος, φοβισμένος, δειλός, άτολμος, άτολμους, ο άτολμος, ...
- галька στα ελληνικά - ψηφίο, βότσαλο, κοτρόνι, βότσαλα, με βότσαλα, βοτσαλωτή, χαλίκι
- гражданин στα ελληνικά - αντικείμενο, υπήκοος, εθνικός, θέμα, υποκείμενο, πολίτης, πολίτη, ...
Τυχαίες λέξεις
Столбец στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κολόνα, στήλη, στήλης, της στήλης
Μεταφράσεις: κολόνα, στήλη, στήλης, της στήλης