Страстной στα ελληνικά
Μετάφραση: страстной, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παθιασμένος, πανάγιος, ιερός, εμπαθής, παράφορος, παθιασμένοι, παθιασμένη, παθιασμένο, με πάθος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- белковый στα ελληνικά - ένδοξος, πρωτεϊνούχο, πρωτεϊνούχα, πρωτεϊνικό, πρωτεϊνούχου, πρωτεϊνώδη
- вовек στα ελληνικά - ποτέ, για πάντα, τον αιώνα, στους αιώνες, εις τον αιώνα, παντοτινά
- волосность στα ελληνικά - τριχοειδής, τριχοειδούς φαινομένου, τριχοειδούς ιδιότητας, τριχοειδές φαινόμενο, της τριχοειδούς ιδιότητας
- жалость στα ελληνικά - κρίμα, μετανιώνω, οίκτος, συμπάθεια, τύψη, συμπόνια, απήγανος, ...
Τυχαίες λέξεις
Страстной στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παθιασμένος, πανάγιος, ιερός, εμπαθής, παράφορος, παθιασμένοι, παθιασμένη, παθιασμένο, με πάθος
Μεταφράσεις: παθιασμένος, πανάγιος, ιερός, εμπαθής, παράφορος, παθιασμένοι, παθιασμένη, παθιασμένο, με πάθος