Сук στα ελληνικά

Μετάφραση: сук, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέλος, κόμβος, κλαδί, δένω, φιόγκος, υποκατάστημα, κλάδος, άκρο, κλωναράκι, Μποφ, μεγάλο κλώνο
Сук στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • богословие στα ελληνικά - θεολογία, θεολογίας, Θεολογικής, Θεολογική, τη θεολογία
  • вульгаризировать στα ελληνικά - εκχυδαΐζω
  • гипотермия στα ελληνικά - υποθερμία, υποθερμίας, η υποθερμία, την υποθερμία, της υποθερμίας
  • дерматит στα ελληνικά - δερματίτιδα, δερματίτιδας, δερματίτιδα εξ, δερματίτις, δερματίτιδες
Τυχαίες λέξεις
Сук στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέλος, κόμβος, κλαδί, δένω, φιόγκος, υποκατάστημα, κλάδος, άκρο, κλωναράκι, Μποφ, μεγάλο κλώνο