Талантливый στα ελληνικά
Μετάφραση: талантливый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ικανός, ταλαντούχος, προικισμένος, έξυπνος, ταλαντούχους, ταλαντούχα, ταλαντούχων, ταλαντούχο
Μεταφράσεις
- бездушие στα ελληνικά - αναισθησία, αναλγησία, αναισθησίας, την αναλγησία, πώρωση
- бриджи στα ελληνικά - βράκες, βράκα, παντελόνι, μέχρι το γόνατο, γόνατο, παντελόνια μέχρι το γόνατο
- винтовка στα ελληνικά - τουφέκι, καραμπίνα, όπλο, τυφέκιο, το όπλο, όπλου
- восстановление στα ελληνικά - αναζωογόνηση, αποκατάσταση, ανάσταση, επαναφορά, ανακαίνιση, αναβίωση, ανάρρωση, ...
Τυχαίες λέξεις
Талантливый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ικανός, ταλαντούχος, προικισμένος, έξυπνος, ταλαντούχους, ταλαντούχα, ταλαντούχων, ταλαντούχο
Μεταφράσεις: ικανός, ταλαντούχος, προικισμένος, έξυπνος, ταλαντούχους, ταλαντούχα, ταλαντούχων, ταλαντούχο