Твердокаменный στα ελληνικά
Μετάφραση: твердокаменный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απτόητος, ακλόνητος, σταθερός, ακλόνητη, σταθεροί, ακλόνητοι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бабочка-белянка στα ελληνικά - πεταλούδα, πεταλούδας, πεταλούδων, πεταλούδες
- блондин στα ελληνικά - ξανθός, ξανθή, ξανθιά, ξανθά, ξανθό
- бракераж στα ελληνικά - καρέ, απόρριψη, ανακόπτω, σταματώ, επιθεώρηση, αναχαιτίζω, brakerazh
- диграф στα ελληνικά - δίφθογγος, δίγραμμα, γράφος, διγράφο
Τυχαίες λέξεις
Твердокаменный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απτόητος, ακλόνητος, σταθερός, ακλόνητη, σταθεροί, ακλόνητοι
Μεταφράσεις: απτόητος, ακλόνητος, σταθερός, ακλόνητη, σταθεροί, ακλόνητοι