Текучий στα ελληνικά
Μετάφραση: текучий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υγρό, ρευστό, υγρού, ρευστού, υγρών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автомобилестроение στα ελληνικά - αυτοκίνητο, παραγωγή, η παραγωγή, την παραγωγή, παραγωγής, της παραγωγής
- бомбардировщик στα ελληνικά - βομβιστής, βομβαρδιστικό, βομβαρδιστικό αεροπλάνο, βομβιστή, βομβαρδιστικών αεροπλάνων
- гуано στα ελληνικά - γκουανό, το γκουανό, γουανό, guano
- дорабатывать στα ελληνικά - τελειώνω, τερματισμός, περατώνω, τέλος, τελειώσω, τελειώσει από, ολοκληρώσω, ...
Τυχαίες λέξεις
Текучий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υγρό, ρευστό, υγρού, ρευστού, υγρών
Μεταφράσεις: υγρό, ρευστό, υγρού, ρευστού, υγρών