Тельфер στα ελληνικά
Μετάφραση: тельфер, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετριάζω, σκληραίνω, διάθεση, οργή, telpher
Μεταφράσεις
- взъерошенный στα ελληνικά - αναμαλλιασμένος, ατημέλητα, disheveled, ατημέλητο, ατημέλητες
- внимательность στα ελληνικά - επαγρύπνηση, ετοιμότητα, φροντίδα, προσοχή, προσεκτικότης, προσήλωση, attentiveness, ...
- голландия στα ελληνικά - Ολλανδία, Κάτω Χώρες, Κάτω Χωρών, Ολλανδική, Ολλανδίας
- житница στα ελληνικά - σιτοβολώνας, σιτοβολώνα, σιτοπαραγωγική, breadbasket, σιτοβολώνας της
Τυχαίες λέξεις
Тельфер στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετριάζω, σκληραίνω, διάθεση, οργή, telpher
Μεταφράσεις: μετριάζω, σκληραίνω, διάθεση, οργή, telpher