Тинистый στα ελληνικά
Μετάφραση: тинистый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκιερός, σκιώδης, ιλυώδης, λασπώδης, λασπωμένος, ύποπτος, tinisty
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- баловной στα ελληνικά - Baloven
- водопровод στα ελληνικά - υδραγωγείο, τρέξιμο, υδραυλικά, Υδραυλικές, υδραυλικών, υδραυλικών εγκαταστάσεων, ειδών υγιεινής
- возможность στα ελληνικά - τοποθεσία, κύρος, θέση, τύχη, βαλίτσα, ενδεχόμενο, υπόθεση, ...
- денационализировать στα ελληνικά - απεθνικοποιώ
Τυχαίες λέξεις
Тинистый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκιερός, σκιώδης, ιλυώδης, λασπώδης, λασπωμένος, ύποπτος, tinisty
Μεταφράσεις: σκιερός, σκιώδης, ιλυώδης, λασπώδης, λασπωμένος, ύποπτος, tinisty