Тленный στα ελληνικά
Μετάφραση: тленный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγκόσμιος, κοσμικός, χρονικός, φθαρτός, αναλώσιμων, αλλοιώσιμα, αλλοιώσιμων, φθαρτά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- агрессивность στα ελληνικά - επιθετικότητα, επιθετικότητας, την επιθετικότητα, η επιθετικότητα, της επιθετικότητας
- вождь στα ελληνικά - ηγήτορας, ηγέτης, ηγετικός, φύλαρχος, ηγεμόνας, κύριος, αρχηγός, ...
- впадать στα ελληνικά - διανύω, βρίσκομαι, είμαι, πτώση, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, ...
- встряхиваться στα ελληνικά - κουνώ, σαλεύω, ταρακουνήσει, τινάξει, κούνημα, ανακινείται, ανακινήστε
Τυχαίες λέξεις
Тленный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγκόσμιος, κοσμικός, χρονικός, φθαρτός, αναλώσιμων, αλλοιώσιμα, αλλοιώσιμων, φθαρτά
Μεταφράσεις: εγκόσμιος, κοσμικός, χρονικός, φθαρτός, αναλώσιμων, αλλοιώσιμα, αλλοιώσιμων, φθαρτά