Тон στα ελληνικά
Μετάφραση: тон, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χρώμα, έγχρωμος, τόνος, απόχρωση, κλειδί, ατμόσφαιρα, τόνο, ήχο, τόνου, ύφος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- арьергард στα ελληνικά - οπισθοφυλακή, οπισθοφυλακής, μετόπισθεν, μάχη οπισθοφυλακής
- голубушка στα ελληνικά - περιστέρι, αγάπη, αγάπη μου, Ντάρλινγκ, darling, η αγάπη
- декламация στα ελληνικά - απαγγελία, απαγγελίας, απαγγελίες, απαρίθμηση, την απαγγελία
- дрожжевой στα ελληνικά - ζύμη, ζύμης, Μαγιά, Yeast, μαγιάς
Τυχαίες λέξεις
Тон στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χρώμα, έγχρωμος, τόνος, απόχρωση, κλειδί, ατμόσφαιρα, τόνο, ήχο, τόνου, ύφος
Μεταφράσεις: χρώμα, έγχρωμος, τόνος, απόχρωση, κλειδί, ατμόσφαιρα, τόνο, ήχο, τόνου, ύφος