Точно στα ελληνικά
Μετάφραση: точно, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακόμα, γρήγορος, ίσος, διαμέρισμα, ακριβώς, ακριβέστατα, δεξιός, κυριολεκτικά, ωθώ, έγκαιρα, ρητώς, απολύτως, δίκαιος, πανηγύρι, αυστηρά, τελείως, στα σίγουρα, σίγουρα, σίγουρο, με βεβαιότητα, με σιγουριά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- богохульство στα ελληνικά - όρκος, ορκίζομαι, βλασφημία, βλασφημίας, τη βλασφημία, περί βλασφημίας, της βλασφημίας
- взмывать στα ελληνικά - ρόκα, ρουκέτα, πύραυλος, πυραύλων, πυραυλικά
- гадалка στα ελληνικά - μαντοσύνη, μάγισσα, προφήτης, μάντης, μάντισσα, Fortune Teller, μάντισσας, ...
- ездок στα ελληνικά - αναβάτης, ποδηλάτης, καβαλάρης, αναβάτη, οδηγό, οδηγός
Τυχαίες λέξεις
Точно στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακόμα, γρήγορος, ίσος, διαμέρισμα, ακριβώς, ακριβέστατα, δεξιός, κυριολεκτικά, ωθώ, έγκαιρα, ρητώς, απολύτως, δίκαιος, πανηγύρι, αυστηρά, τελείως, στα σίγουρα, σίγουρα, σίγουρο, με βεβαιότητα, με σιγουριά
Μεταφράσεις: ακόμα, γρήγορος, ίσος, διαμέρισμα, ακριβώς, ακριβέστατα, δεξιός, κυριολεκτικά, ωθώ, έγκαιρα, ρητώς, απολύτως, δίκαιος, πανηγύρι, αυστηρά, τελείως, στα σίγουρα, σίγουρα, σίγουρο, με βεβαιότητα, με σιγουριά