Травление στα ελληνικά
Μετάφραση: травление, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χώνεψη, πέψη, χαλκογραφία, χάραξη, χάραξης, χαρακτική, χαράξεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вспомогательный στα ελληνικά - θυγατρική, δευτερεύων, ανάγλυφος, υποβοηθητικός, ανακούφιση, εκτόνωση, αρωγή, ...
- дешифровка στα ελληνικά - αποκρυπτογραφώ, αποκρυπτογραφήσει, αποκρυπτογραφήσουν, αποκωδικοποιήσει, να αποκρυπτογραφήσει
- дослушать στα ελληνικά - αφουγκράζομαι, ακούω, για να ακούσετε, να ακούσετε, να ακούσει, να ακούσουν, να ακούτε
- желтизна στα ελληνικά - κιτρινίλα, κιτρινάδα, κιτρινόχροια, κιτρινότητα, κιτρινάδας
Τυχαίες λέξεις
Травление στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χώνεψη, πέψη, χαλκογραφία, χάραξη, χάραξης, χαρακτική, χαράξεως
Μεταφράσεις: χώνεψη, πέψη, χαλκογραφία, χάραξη, χάραξης, χαρακτική, χαράξεως