Транспортировать στα ελληνικά

Μετάφραση: транспортировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταφορά, μεταφέρω, μεταδίδω, συνεπαίρνω, μεταβιβάζω, διαβιβάζω, μεταφορών, μεταφοράς, μεταφορές, των μεταφορών
Транспортировать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • белошвейка στα ελληνικά - μοδίστρα, ράφτρα, seamstress, μοδίστρας, seamstress για
  • благоволение στα ελληνικά - φιλανθρωπία, καλοσύνη, φήμη και πελατεία, πελατεία, υπεραξία, καλής θέλησης, η υπεραξία
  • восхищаться στα ελληνικά - θαυμάζω, θαυμάσετε, θαυμάσει, θαυμάσουν, να θαυμάσετε
  • дюжинный στα ελληνικά - συνηθισμένος, μέτριος, κοινός, από τη δωδεκάδα, κατά δεκάδες, κατά δωδεκάδες
Τυχαίες λέξεις
Транспортировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταφορά, μεταφέρω, μεταδίδω, συνεπαίρνω, μεταβιβάζω, διαβιβάζω, μεταφορών, μεταφοράς, μεταφορές, των μεταφορών