Трудноизлечимый στα ελληνικά
Μετάφραση: трудноизлечимый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισχυρογνώμων, πεισμωμένος, πεισματάρης, επίμονος, ατίθασος, ανυπάκουος, δυσεπίλυτο, δυσεπίλυτα, δύσκολα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- влюбчивый στα ελληνικά - ερωτικός, επιδεικτικός, ευπαθής, εύθικτος, ερωτευμένος, ερωτικές, ερωτική, ...
- выгибаться στα ελληνικά - στροφή, σκύβω, καμπυλώνεται, γέρνω, πόρπη, πόρπης, αγκράφα, ...
- домашний στα ελληνικά - οικιακός, σπιτικό, εσωτερικός, οικογένεια, σπίτι, κατοικίδιος, Αρχική σελίδα, ...
- дрыгать στα ελληνικά - κόπανος, τράνταγμα, κλονισμός, μαλάκας, τίναγμα, ζετέ
Τυχαίες λέξεις
Трудноизлечимый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισχυρογνώμων, πεισμωμένος, πεισματάρης, επίμονος, ατίθασος, ανυπάκουος, δυσεπίλυτο, δυσεπίλυτα, δύσκολα
Μεταφράσεις: ισχυρογνώμων, πεισμωμένος, πεισματάρης, επίμονος, ατίθασος, ανυπάκουος, δυσεπίλυτο, δυσεπίλυτα, δύσκολα