Тюремщик στα ελληνικά
Μετάφραση: тюремщик, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεσμοφύλακας, δεσμοφύλακα, δεσμοφύλακά, δεσμοφύλακας των, δεσμοφυλάκων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- апробация στα ελληνικά - παραδοχή, έγκριση, επιδοκιμασία, επιδοκιμασίας, έγκρισή, approbation, επιδοκιμασίες
- близнецы στα ελληνικά - δίδυμα, διδύμων, τα δίδυμα, δίδυμοι, δίδυμες
- геохимия στα ελληνικά - γεωχημεία, Γεωχημείας, της γεωχημείας, γεωχημεία του
- двигающий στα ελληνικά - ωστική, ωθητική
Τυχαίες λέξεις
Тюремщик στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεσμοφύλακας, δεσμοφύλακα, δεσμοφύλακά, δεσμοφύλακας των, δεσμοφυλάκων
Μεταφράσεις: δεσμοφύλακας, δεσμοφύλακα, δεσμοφύλακά, δεσμοφύλακας των, δεσμοφυλάκων