Тюрьма στα ελληνικά
Μετάφραση: тюрьма, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωφρονιστήριο, φυλακή, φυλάκισης, φυλακές, φυλακών, φυλακής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- анахорет στα ελληνικά - ασκητής, αναχωρήτης, αναχωρητή, αναχωρητής, ασκητή
- внутритканевой στα ελληνικά - διάμεσος, διάμεση, διάμεσο, διάμεσης, ενδιάμεσο
- впрыскивать στα ελληνικά - εμφυσώ, εισάγω, παραδίνω, δίνω, ένεση, την ένεση, έγχυση, ...
- вылетать στα ελληνικά - αρχή, φεύγω, ξεκίνημα, αρχίζω, παρατάω, ξεκινώ, παραιτούμαι, ...
Τυχαίες λέξεις
Тюрьма στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωφρονιστήριο, φυλακή, φυλάκισης, φυλακές, φυλακών, φυλακής
Μεταφράσεις: σωφρονιστήριο, φυλακή, φυλάκισης, φυλακές, φυλακών, φυλακής