Увозить στα ελληνικά
Μετάφραση: увозить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παίρνω, οδηγώ, αφαιρώ, πάρει, πάρει μακριά, πάρει μαζί, να πάρει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аквалангист στα ελληνικά - δύτης, Δόλιος, δύτη, Diver, δυτών
- безгрешность στα ελληνικά - αθωότητα, αναμάρτητο, αναμαρτησία, αναμάρτητος, αναμαρτησίας, αθωότητά
- донесение στα ελληνικά - μήνυμα, κομμάτι, εξαγγελία, ειδήσεις, συμβουλή, παρατηρώ, επικοινωνία, ...
- живописец στα ελληνικά - καλλιτέχνης, βαφέας, εικόνα, ζωγράφος, ζωγράφου, ζωγράφο
Τυχαίες λέξεις
Увозить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παίρνω, οδηγώ, αφαιρώ, πάρει, πάρει μακριά, πάρει μαζί, να πάρει
Μεταφράσεις: παίρνω, οδηγώ, αφαιρώ, πάρει, πάρει μακριά, πάρει μαζί, να πάρει