Увядать στα ελληνικά
Μετάφραση: увядать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φθορά, σαπίζω, ξεθωριάζω, παρακμάζω, παρακμή, κατακεραυνώνω, μαραίνω, μαραίνονται, μαραθούν, μαραθεί, σβήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- биография στα ελληνικά - βίος, ισόβιος, ζωή, βιογραφία, βιογραφικό σημείωμα, βιογραφικό, βιογραφικά σημειώματα, ...
- венец στα ελληνικά - θήκη, κορόνα, κορώνα, στέμμα, στεφάνι, κόμης, κορώνας
- главный στα ελληνικά - κεντρικός, κυριότερος, πρώτος, πρωτεύουσα, λαμπρός, στρατηγός, ηγετικός, ...
- животный στα ελληνικά - κτήνος, θηριώδης, κτηνώδης, ζώο, ζώων, των ζώων, ζωικής, ...
Τυχαίες λέξεις
Увядать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φθορά, σαπίζω, ξεθωριάζω, παρακμάζω, παρακμή, κατακεραυνώνω, μαραίνω, μαραίνονται, μαραθούν, μαραθεί, σβήσει
Μεταφράσεις: φθορά, σαπίζω, ξεθωριάζω, παρακμάζω, παρακμή, κατακεραυνώνω, μαραίνω, μαραίνονται, μαραθούν, μαραθεί, σβήσει