Уединение στα ελληνικά

Μετάφραση: уединение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποστράτευση, απομόνωση, μοναξιά, μυστικότητα, ησυχία, ιδιωτικής ζωής, Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, ιδιωτική ζωή
Уединение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безалкогольный στα ελληνικά - μη αλκοολούχα, μη αλκοολούχων, μη οινοπνευματώδη, μη οινοπνευματωδών, μη αλκοολούχο
  • биосинтез στα ελληνικά - βιοσύνθεση, βιοσύνθεσης, τη βιοσύνθεση, της βιοσύνθεσης, βιοσύνθεση της
  • дочь στα ελληνικά - παιδί, κόρη, την κόρη, κόρης, η κόρη, της κόρης
  • душистый στα ελληνικά - γλυκός, ευώδης, καραμέλα, αρωματικός, γλυκό, γλυκιά, γλυκά, ...
Τυχαίες λέξεις
Уединение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποστράτευση, απομόνωση, μοναξιά, μυστικότητα, ησυχία, ιδιωτικής ζωής, Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, ιδιωτική ζωή