Усвоение στα ελληνικά
Μετάφραση: усвоение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υιοθέτηση, χώνεψη, κατανόηση, υιοθεσία, αφομοίωση, πέψη, αφομοίωσης, εξομοίωσης, εξομοίωση, την αφομοίωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- адиантум στα ελληνικά - πολύτριχο, maidenhair, Πολυτρίχι
- ваниль στα ελληνικά - βανίλια, βανίλιας, τη βανίλια, vanilla, η βανίλια
- вирусный στα ελληνικά - μολυσματικός, ιογενή, ιικό, ιογενείς, ιογενής, ιογενούς
- дебитор στα ελληνικά - οφειλέτης, οφειλέτη, του οφειλέτη, χρεώστη, υπόχρεος
Τυχαίες λέξεις
Усвоение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υιοθέτηση, χώνεψη, κατανόηση, υιοθεσία, αφομοίωση, πέψη, αφομοίωσης, εξομοίωσης, εξομοίωση, την αφομοίωση
Μεταφράσεις: υιοθέτηση, χώνεψη, κατανόηση, υιοθεσία, αφομοίωση, πέψη, αφομοίωσης, εξομοίωσης, εξομοίωση, την αφομοίωση