Устранить στα ελληνικά
Μετάφραση: устранить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαλείφω, αποκλείω, μετακομίζω, παρακωλύω, αφαίρεση, αφαιρέστε, αφαιρέσετε, αφαιρέσει, απομακρύνει
Μεταφράσεις
- бемоль στα ελληνικά - επίπεδος, διαμέρισμα, επίπεδα, επίπεδης, επίπεδη
- бесплатный στα ελληνικά - δωρεάν, τσάμπα, αυτεξούσιος, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης
- гармонизирует στα ελληνικά - εναρμονίζει, εναρμονίζεται, εναρμονίζονται, εναρμονίζει τις, εναρμονίζει την
- дерматит στα ελληνικά - δερματίτιδα, δερματίτιδας, δερματίτιδα εξ, δερματίτις, δερματίτιδες
Τυχαίες λέξεις
Устранить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαλείφω, αποκλείω, μετακομίζω, παρακωλύω, αφαίρεση, αφαιρέστε, αφαιρέσετε, αφαιρέσει, απομακρύνει
Μεταφράσεις: εξαλείφω, αποκλείω, μετακομίζω, παρακωλύω, αφαίρεση, αφαιρέστε, αφαιρέσετε, αφαιρέσει, απομακρύνει