Устрашить στα ελληνικά

Μετάφραση: устрашить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φοβίζω, εκφοβίζω, τρομάζω, τρομάξει, φοβίσει, φοβίζει, φοβίζουν
Устрашить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • верповать στα ελληνικά - διαστρεβλώνω, ρυμουλκώ, μικρή άγκυρα, πλοιάριο από την άγκυραν
  • ворочать στα ελληνικά - κίνηση, μετατοπίζω, μετακομίζω, αλλάζω, κινώ, μετακινώ, σαλεύω, ...
  • герольдмейстер στα ελληνικά - ρήγας, βασιλιάς, Ο βασιλιάς, βασιλιά, το βασιλιά, του βασιλιά
  • главное στα ελληνικά - δείχνω, αιχμή, στίγμα, επισημαίνω, σημείο, σημείου, στοιχείο, ...
Τυχαίες λέξεις
Устрашить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φοβίζω, εκφοβίζω, τρομάζω, τρομάξει, φοβίσει, φοβίζει, φοβίζουν