Устремление στα ελληνικά
Μετάφραση: устремление, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιλοδοξία, τρέχω, απορρόφηση, βλέψη, ορμή, βιασύνη, αναρρόφησης, αναρρόφηση, αναρροφήσεως, προσδοκία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аборт στα ελληνικά - άμβλωση, αποβολή, έκτρωση, την άμβλωση, η άμβλωση
- атрибутивный στα ελληνικά - προσδιοριστικό, προσδιοριστικός
- велярный στα ελληνικά - λαρυγγικός, ουρανισκόφωνος, ουρανίσκου, ουράνωση, ουρανικόφωνο, ουράνωση των
- волевой στα ελληνικά - βουλητικός, ισχυρογνώμον, ισχυρογνώμοντα, ισχυρογνώμων, ισχυρογνώμονες
Τυχαίες λέξεις
Устремление στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιλοδοξία, τρέχω, απορρόφηση, βλέψη, ορμή, βιασύνη, αναρρόφησης, αναρρόφηση, αναρροφήσεως, προσδοκία
Μεταφράσεις: φιλοδοξία, τρέχω, απορρόφηση, βλέψη, ορμή, βιασύνη, αναρρόφησης, αναρρόφηση, αναρροφήσεως, προσδοκία