Утомление στα ελληνικά

Μετάφραση: утомление, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καημός, κόπος, αγωνία, κόπωση, κούραση, θλίψη, ατυχία, κόπωσης, την κούραση, κούρασης
Утомление στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ариец στα ελληνικά - Άρια, Aryan, Άριας, Άριος, Άρεια
  • воронить στα ελληνικά - voronit
  • вызовет στα ελληνικά - θα, θα είναι, θα το, βούληση
  • дрема στα ελληνικά - νύστα, υπνάκος, Sandman, το Sandman, παραμυθάς
Τυχαίες λέξεις
Утомление στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καημός, κόπος, αγωνία, κόπωση, κούραση, θλίψη, ατυχία, κόπωσης, την κούραση, κούρασης