Κούραση στα ρωσικά

Μετάφραση: κούραση, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
утомительность, истомиться, усталь, заездить, утомление, утомиться, истомить, утомлять, утомить, истомлять, переутомлять, усталость, усталости, утомляемость, усталостной
Κούραση στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κούραση

κούραση στα μάτια, κούραση inter arma, κούραση και υπνηλία, κούραση συνώνυμα, κούραση και καρδιά, κούραση λεξικό γλώσσας ρωσικά, κούραση στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • κούνια στα ρωσικά - воды, ритм, рогатка, раскачаться, качать, канат, размах, ...
  • κούπα στα ρωσικά - зубрила, гримаса, ряшка, морда, рожа, кружка, гримасничать, ...
  • κούρεμα στα ρωσικά - стрижка, прическа, стрижки, стрижку, стрижкой
  • κούρνια στα ρωσικά - взгромоздиться, жердь, дроги, веха, окунь, усесться, жёрдочка, ...
Τυχαίες λέξεις
Κούραση στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: утомительность, истомиться, усталь, заездить, утомление, утомиться, истомить, утомлять, утомить, истомлять, переутомлять, усталость, усталости, утомляемость, усталостной