Участник στα ελληνικά

Μετάφραση: участник, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταίρι, μέλος, σύντροφος, συμβαλλόμενος, συνεργάτης, συμμέτοχος, παρέα, στέλεχος, κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, διαδίκου
Участник στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • боливийский στα ελληνικά - Βολιβίας, της Βολιβίας, Βολιβιανός, Βολιβιανό, βολιβιανή
  • венгрия στα ελληνικά - Ουγγαρία, Ουγγαρίας, hungary, την Ουγγαρία, της Ουγγαρίας
  • выпрашивать στα ελληνικά - βρύση, παρακεντώ, ικετεύω, παρακαλώ, Beg, επαιτούν, ικετεύστε
  • дозволительный στα ελληνικά - επιτρεπόμενος, επιτρεπτός, επιτρεπόμενη, επιτρεπομένων, επιτρεπόμενων
Τυχαίες λέξεις
Участник στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταίρι, μέλος, σύντροφος, συμβαλλόμενος, συνεργάτης, συμμέτοχος, παρέα, στέλεχος, κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, διαδίκου