Ушибаться στα ελληνικά

Μετάφραση: ушибаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μελανιάζω, μώλωπας, μελανιά, μώλωπα, εκχύμωση, εκχυμώσεων
Ушибаться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беспристрастие στα ελληνικά - αμεροληψία, αμεροληψίας, την αμεροληψία, της αμεροληψίας, η αμεροληψία
  • вульгаризировать στα ελληνικά - εκχυδαΐζω
  • доконать στα ελληνικά - χαντακώνω, ρήμαγμα, περατώνω, τερματισμός, χαλώ, τελειώνω, τέλος, ...
  • доступный στα ελληνικά - προσηνής, διαθέσιμος, ευπροσήγορος, ευπρόσιτος, διαθέσιμα, διαθέσιμες, διαθέσιμο, ...
Τυχαίες λέξεις
Ушибаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μελανιάζω, μώλωπας, μελανιά, μώλωπα, εκχύμωση, εκχυμώσεων