Формироваться στα ελληνικά
Μετάφραση: формироваться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μορφώνω, σχηματίζω, σχήμα, διαμορφώνω, μορφή, φόρμα, έντυπο, μορφής, υπό μορφή
Μεταφράσεις
- алкать στα ελληνικά - καημός, επιθυμία, πείνα, πείνας, την πείνα, της πείνας, η πείνα
- безнадзорность στα ελληνικά - αμελώ, αμέλεια, παραμέληση, παραμέλησης, αμέλειας, εγκατάλειψης
- грызть στα ελληνικά - σπάζω, ρωγμή, ράγισμα, ραγίζω, περιτρώγω, ροκανίζουν, ροκανίζω
- дегустатор στα ελληνικά - βαγενάς, βαρελάς, γευόμενος, δοκιμαστή, δοκιμαστής, δοκιμαστικά, τον δοκιμαστή
Τυχαίες λέξεις
Формироваться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μορφώνω, σχηματίζω, σχήμα, διαμορφώνω, μορφή, φόρμα, έντυπο, μορφής, υπό μορφή
Μεταφράσεις: μορφώνω, σχηματίζω, σχήμα, διαμορφώνω, μορφή, φόρμα, έντυπο, μορφής, υπό μορφή