Футеровать στα ελληνικά

Μετάφραση: футеровать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γραμμή, επενδύω, ρυτίδα, παρατάσσω, fettle
Футеровать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • брюзжание στα ελληνικά - αποπαίρνω, γκρίνια, γκρίνιας, ενοχλήματα, νοοτροπίες μεμψιμοιρίας, γκρινιάζοντας
  • брюзжать στα ελληνικά - γκρινιάζω, γκρινιάρης, τζαναμπέτης, μουγκρίζω, μεμψιμοιρώ, γογγύζω, grumble, ...
  • гнуть στα ελληνικά - τόξο, κόμπος, στροφή, σκύβω, λυγίζω, φιόγκος, κάμπτω, ...
  • дождик στα ελληνικά - ντους, επιδαψιλεύω, βροχή, βροχής, τη βροχή, ψιλής βροχής, βροχές
Τυχαίες λέξεις
Футеровать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γραμμή, επενδύω, ρυτίδα, παρατάσσω, fettle