Хоронить στα ελληνικά
Μετάφραση: хоронить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφεύγω, κρύβομαι, θάβω, λουφάζω, κρύβω, παραμονεύω, θάψει, θάψουν, θάβουν, θάψουμε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абзац στα ελληνικά - παράγραφος, υπόδειξη, παράγραφο, παραγράφου, σκέψη, εδάφιο
- бровь στα ελληνικά - σκυθρωπιάζω, φρύδι, συνοφρυώνομαι, φρυδιών, των φρυδιών, φρύδια, τα Φρύδια
- воспретить στα ελληνικά - αποκρύπτω, αποκλεισμός, μπαρ, καταστέλλω, εμποδίζω, κάγκελο, αρνησικυρία, ...
- выжидание στα ελληνικά - καιροσκοπική, μία καιροσκοπική
Τυχαίες λέξεις
Хоронить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφεύγω, κρύβομαι, θάβω, λουφάζω, κρύβω, παραμονεύω, θάψει, θάψουν, θάβουν, θάψουμε
Μεταφράσεις: αποφεύγω, κρύβομαι, θάβω, λουφάζω, κρύβω, παραμονεύω, θάψει, θάψουν, θάβουν, θάψουμε