Худощавый στα ελληνικά
Μετάφραση: худощавый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γέρνω, ισχνός, αραιώνω, ψιλός, κλίνω, άπαχος, αραιός, λιγνός, ακουμπώ, λεπτός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беспокоящий στα ελληνικά - ενοχλητικό, ανησυχητικό, ανησυχητική, ενοχλητική, ανησυχητικά
- возвещать στα ελληνικά - ευαγγελίζομαι, ανακοινώνω, διαλαλώ, καταδεικνύω, προκηρύσσω, κήρηξ, κηρύσσω, ...
- высыхать στα ελληνικά - ξηρός, κατακεραυνώνω, στεγνός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
- дезертир στα ελληνικά - φυγόδικος, φυγάς, λιποτάκτης, λιποτάκτη, αποστάτη, deserter, λιποτάκτη που
Τυχαίες λέξεις
Худощавый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γέρνω, ισχνός, αραιώνω, ψιλός, κλίνω, άπαχος, αραιός, λιγνός, ακουμπώ, λεπτός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές
Μεταφράσεις: γέρνω, ισχνός, αραιώνω, ψιλός, κλίνω, άπαχος, αραιός, λιγνός, ακουμπώ, λεπτός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές