Час στα ελληνικά
Μετάφραση: час, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χρόνος, ρολόι, καιρός, ώρα, φορά, h, Η, ώρες, ωρών
Μεταφράσεις
- бикарбонат στα ελληνικά - διττανθρακικό, όξινο ανθρακικό, όξινο, διττανθρακικού, όξινου ανθρακικού
- гармонический στα ελληνικά - αρμονικός, αρμονική, αρμονικών, αρμονικές, αρμονικής
- действие στα ελληνικά - διενέργεια, αναπληρωματικός, κίνηση, επενεργώ, προτέρημα, ισχύς, λειτουργία, ...
- деформироваться στα ελληνικά - σχήμα, διαμορφώνω, διογκώνω, μορφώνω, αρμόζω, γίνομαι, σχηματίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Час στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χρόνος, ρολόι, καιρός, ώρα, φορά, h, Η, ώρες, ωρών
Μεταφράσεις: χρόνος, ρολόι, καιρός, ώρα, φορά, h, Η, ώρες, ωρών