Чеканить στα ελληνικά

Μετάφραση: чеканить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαρτόσημα, κέρμα, χτυπώ, απεργία, μέντα, νομισματοκοπείο, γραμματόσημο, μέντας, δυόσμο, νομισματοκοπείου
Чеканить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безветрие στα ελληνικά - νηνεμία, ήρεμος, ηρεμία, ήρεμη, ήρεμο, ηρεμίας
  • беречься στα ελληνικά - αποφεύγω, προσοχή, beware, προσέξτε, προσέξουμε, προσέχετε
  • бубенец στα ελληνικά - Bubenec
  • вендетта στα ελληνικά - βεντέττα, βεντέτα, βεντέτας, vendetta, η βεντέτα
Τυχαίες λέξεις
Чеканить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαρτόσημα, κέρμα, χτυπώ, απεργία, μέντα, νομισματοκοπείο, γραμματόσημο, μέντας, δυόσμο, νομισματοκοπείου