Черствый στα ελληνικά
Μετάφραση: черствый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπαγιάτικος, απάνθρωπος, στυγνός, τυλώδης, αναίσθητος, ροζιασμένος, σκληρός, τυλώδη
Μεταφράσεις
- аутоиммунный στα ελληνικά - αυτοάνοση, αυτοάνοσο, αυτοάνοσα, αυτοάνοσες, αυτοάνοσων
- безошибочно στα ελληνικά - ακριβέστατα, ακρίβεια, με ακρίβεια, επακριβώς, ακριβή, ακριβώς
- грамматист στα ελληνικά - γραμματικός, γραμματικού, συντάκτης γραμματικής, Ο γραμματικός, γραμματικής
- древневавилонский στα ελληνικά - Χαλδαίων, των Χαλδαίων, Χαλδαίου, Χαλδαίος, Chaldean
Τυχαίες λέξεις
Черствый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπαγιάτικος, απάνθρωπος, στυγνός, τυλώδης, αναίσθητος, ροζιασμένος, σκληρός, τυλώδη
Μεταφράσεις: μπαγιάτικος, απάνθρωπος, στυγνός, τυλώδης, αναίσθητος, ροζιασμένος, σκληρός, τυλώδη