Чрезмерный στα ελληνικά
Μετάφραση: чрезмерный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξωφρενικός, επιδαψιλεύω, ψηλός, πολυτελής, πλεονάζων, υπερβολικός, ισχυρός, άκαμπτος, αλύγιστος, υπεράριθμος, περιττός, υπερβολική, υπερβολικό, υπερβολικές, η υπερβολική, υπερβολικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- взгрустнуться στα ελληνικά - vzgrustnut
- видоизменяемость στα ελληνικά - vidoizmenyaemost
- вытряхивать στα ελληνικά - κουνώ, σαλεύω, σκορπίζω, απλά αδειάστε, τινάξτε, απλά αδειάστε το, ταρακουνήσει
- диафрагмировать στα ελληνικά - τυφλός, θαμπώνω, σβήνω εικόνα, σβήνω ήχο, fade out, σβήσει, βαθμιαία απ κρυψη
Τυχαίες λέξεις
Чрезмерный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξωφρενικός, επιδαψιλεύω, ψηλός, πολυτελής, πλεονάζων, υπερβολικός, ισχυρός, άκαμπτος, αλύγιστος, υπεράριθμος, περιττός, υπερβολική, υπερβολικό, υπερβολικές, η υπερβολική, υπερβολικού
Μεταφράσεις: εξωφρενικός, επιδαψιλεύω, ψηλός, πολυτελής, πλεονάζων, υπερβολικός, ισχυρός, άκαμπτος, αλύγιστος, υπεράριθμος, περιττός, υπερβολική, υπερβολικό, υπερβολικές, η υπερβολική, υπερβολικού