Шурф στα ελληνικά
Μετάφραση: шурф, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορυχείο, λάκκος, σκάμμα, λάκκο, pit, τάφρο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- антагонист στα ελληνικά - ανταγωνιστής, ανταγωνιστή, ανταγωνιστού, ανταγωνιστή του, ανταγωνιστική
- вареный στα ελληνικά - βραστό, βρασμένο, βραστά, βρασμένα, βράζεται
- гезенк στα ελληνικά - βασικός, συνδετήρας, κύριος, winze
- госпожа στα ελληνικά - κυρία, δεσποινίς, αστοχώ, χάνω, κα, η κα, την κα, ...
Τυχαίες λέξεις
Шурф στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορυχείο, λάκκος, σκάμμα, λάκκο, pit, τάφρο
Μεταφράσεις: ορυχείο, λάκκος, σκάμμα, λάκκο, pit, τάφρο