Электротехник στα ελληνικά
Μετάφραση: электротехник, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηλεκτρολόγος, ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγου, τον ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγο να
![Электротехник στα ελληνικά Электротехник στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-ru-gr-43776.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- балл στα ελληνικά - σημειώνω, σημαίνω, αριθμός, βαθμός, σημείο, σημείου, στοιχείο, ...
- беспрерывный στα ελληνικά - συνεχής, διαρκής, αιώνιος, αδιάκοπος, παντοτινός, ενδελεχής, συνεχή, ...
- десятина στα ελληνικά - δέκατο, δεκάτη, δεκάτης, φόρο της δεκάτης, τη δεκάτη
- дранка στα ελληνικά - βότσαλο, έρπης, έρπητα ζωστήρα, βότσαλα, shingles, ζωστήρα
Τυχαίες λέξεις
Электротехник στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηλεκτρολόγος, ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγου, τον ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγο να
Μεταφράσεις: ηλεκτρολόγος, ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγου, τον ηλεκτρολόγο, ηλεκτρολόγο να