Мајмунот στα ελληνικά
Μετάφραση: мајмунот, Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πίθηκος, μαϊμού, πιθήκου, πιθήκων, monkey
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- мачката στα ελληνικά - γάτα, squish, εξωθήσεως, το θόρυβο που έκαναν, θόρυβο που έκαναν
- мајката στα ελληνικά - μητέρα, μητέρας, η μητέρα, τη μητέρα, μητρική
- мебел στα ελληνικά - έπιπλα, επίπλων, Καταστήματα Επίπλων, επίπλωση, τα έπιπλα
- медитација στα ελληνικά - στοχασμός, αυτοσυγκέντρωση, Διαλογισμός, Διαλογισμού, Ο διαλογισμός
Τυχαίες λέξεις
Мајмунот στα ελληνικά - Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πίθηκος, μαϊμού, πιθήκου, πιθήκων, monkey
Μεταφράσεις: πίθηκος, μαϊμού, πιθήκου, πιθήκων, monkey