At στα ελληνικά

Μετάφραση: at, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενοικιάζομαι, αφήνω, στο, κατά, στη, σε, στην
At στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asymetrický στα ελληνικά - ασύμμετρος, ασύμμετρη, ασύμμετρες, ασύμμετρο, ασύμμετρα, ασύμμετρης
  • asymetrie στα ελληνικά - ασυμμετρία, ασυμμετρίας, η ασυμμετρία, την ασυμμετρία, της ασυμμετρίας
  • atavistický στα ελληνικά - αταβιστικός, αταβιστική, αταβιστικό, αταβιστικές, αταβιστικών
  • ateista στα ελληνικά - αθεϊστής, άθεος, άθεο, αθεϊστική, αθεϊστή
Τυχαίες λέξεις
At στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενοικιάζομαι, αφήνω, στο, κατά, στη, σε, στην