Hora στα ελληνικά
Μετάφραση: hora, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όρος, βουνό, λόφος, βουνού, στο βουνό, ορεινές, ορεινό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- honosný στα ελληνικά - ξιπασμένος, υπέροχη, υπέροχα, υπέροχο, θαυμάσια, υπέροχες
- hopsať στα ελληνικά - galumph
- horal στα ελληνικά - ορειβάτης, Mountaineer, ορειβάτη, ορεσίβιος, αλπινιστής
- horce στα ελληνικά - καυτό, έντονα, θερμά, hotly, φλέγον
Τυχαίες λέξεις
Hora στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όρος, βουνό, λόφος, βουνού, στο βουνό, ορεινές, ορεινό
Μεταφράσεις: όρος, βουνό, λόφος, βουνού, στο βουνό, ορεινές, ορεινό